Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

Μνημεία και μνήμες από την ιστορία της Ζαγοράς - Νίκος Διαμαντάκος - (Αλλιώς 3)

Μνημεία και μνήμες από την ιστορία της Ζαγοράς - Νίκος Διαμαντάκος




αποσπάσματα - (συνέχεια):

Οι βρύσες ήταν τόποι συνάντησης των γυναικών, όπου τους δινόταν η δυνατότητα να κουβεντιάσουν, να αστειευθούν και να γλυκάνουν κάπως τη ρουτινιάρικη ζωή τους. Για τους νέους και τις νέες τα πήγαινε - έλα στη βρύση ήταν ένα μέσο για "τυχαίες" συναντήσεις, πονηρές ματιές και μελιστάλακτα χαμόγελα.
Πολλά ελληνικά έθιμα σχετίζονται με τις βρύσες. Μια προσφιλής συνήθεια ήταν το φίλεμα της κοντινής βρύσης με καρπούς (καρύδια, φουντούκια, σύκα) ή γλυκίσματα (κομμάτι μπακλαβά, πίτας, κουλούρας, κουραμπιέ), ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς, από κορίτσια συνήθως αλλά και από αγόρια. Απ' το νερό που έφερναν στο σπίτι έπιναν οι σπιτικοί λίγο και με το υπόλοιπο ράντιζαν το σπίτι. Στη βρύση έλεγαν την ευχή: "Όπως τρέχ' του νερό στη βρύσ', έτσ' να τρέχουν και τα καλά στου σπίτ' μας" ή κάποια άλλη παρόμοια ευχή.
Το φίλεμα του νερού με κάποιο υλικό αγαθό γινόταν για να το ευχαριστήσουν για τη συνδρομή του στη σοδειά γήινων προϊόντων κατά τον περασμένο χρόνο και να επικαλεστούν την ευμένεια και τη βοήθειά του να έχουν καλή σοδειά, υγεία και ευτυχία και κατά την καινούργια χρονιά.
Αυτό το έθιμο διατηρούνταν στη Ζαγορά τουλάχιστον μέχρι τα μισά του περασμένου αιώνα. Θυμάμαι ότι στα μαθητικά μου χρόνια "φίλεψα" κι εγώ τη βρύση μ' ένα κουραμπιέ στο ξημέρωμα μιας χιονισμένης πρωτοχρονιάς, λέγοντας και σχετική ευχή.
Άλλο έθιμο ήταν το "αμίλητο" νερό, στη γιορτή του Κλήδονα, που γινόταν την παραμονή της γιορτής των γενεθλίων του Αϊ - Γιάννη του Προδρόμου, στις 24 Ιουνίου. Οι ανύπαντρες κοπέλες της κάθε γειτονιάς μαζεύονταν σ' ένα σπίτι και από κει έστελναν ένα μικρότερο κορίτσι με ζωντανούς γονείς, να πάρει νερό από κοντινή βρύση. Έπρεπε όμως το κορίτσι αυτό να μη μιλήσει σε κανένα στον πηγαιμό και στην επιστροφή, έστω και αν το παρακαλούσαν στο δρόμο διάφοροι νέοι, χάριν αστειότητας. Αν μιλούσε, το νερό έχανε τις μαντικές του ιδιότητες. Το έθιμο είχε συνέχεια στο σπίτι και ολοκληρωνόταν την επαύριον, μετά τη Λειτουργία, όταν η κάθε νέα θα έπαιρνε το τυχερό της αντικείμενο από το δοχείο με το αμίλητο νερό, το "ριζικάρι", που θα φανέρωνε τη μοίρα της, το ριζικό της.
σελ. 200
(Φιλεύω τη βρύση των αδελφών Καϊπατζή, ακόμα, δάσκαλε! Με λουλούδια όμως, και καλοκαίρι! Όποτε πάω!)

*

Μια τέτοια βρύση, με κρύο νερό και αδιαπέραστο ίσκιο, είδε και χάρηκε ο συμπατριώτης μας ποιητής Πέτρος Μάγνης (Κώστας Κωνσταντινίδης) κάποιο καλοκαίρι, που είχε έρθει από την Αίγυπτο για παραθερισμό. Τα αισθήματά του τα εκφράζει με το παρακάτω τρυφερό του ποίημα:

"Κελαϊδίστρα βρύσι, στο πυκνό δασνάρι,
με το πολυτρίχι γύρω σου γιορτάνι,
όπου αχτιδοπαίζεις μ' ήλιο και φεγγάρι
κι έχεις για προστάτη το ψηλό πλατάνι.

Κελαϊδίστρα βρύσι, μέσα στο λαγκάδι,
το τραγούδημά σου τι δε μου θυμίζει!
Ναυαγός προσπέφτω στο υγρό σου χάδι,
κι ένας κόσμος νέος μέσα μου αναβρύζει".109

109 Πέτρος Μάγνης, Τα Άπαντα, Αλεξάνδρεια Αιγύπτου, Ιανουάριος 1957, σελ. 78.
(Το θαυμαστικό του Πέτρου Μάγνη!)

Σκοπός μου είναι να κάνω γνωστές αυτές τις βρύσες, γιατί αποτελούν κι αυτές όμορφα και ακριβά μοτίβα στον καμβά της ιστορίας και του πολιτισμού και ως τέτοια οφείλουμε να τα ξέρουμε και να τα διαφυλάξουμε.
Το εγχείρημα αυτό, νομίζω, ότι δε σήκωνε άλλη αναβολή - μάλλον αργά επιχειρείται - γιατί από την δεκαετία του 1950, που άρχισε να κατασκευάζεται, τμηματικά, ανά συνοικία, το δίκτυο ύδρευσης στην κωμόπολη, οι βρύσες, από τα πιο προσφιλή και χρήσιμα κτίσματα που ήταν, περιέπεσαν στην αδιαφορία και στην απαξίωση, τόσο από τους κοινοτικούς άρχοντες όσο και από τους δημότες της Ζαγοράς, αν εξαιρέσουμε λίγους με πολιτιστική ευαισθησία που φροντίζουν λίγο - πολύ, για τη συντήρηση της γειτονικής τους βρύσης, σε αντιστάθμισμα της παχυλής αδιαφορίας άλλων συμπολιτών τους, που θεωρούν ότι οι βρύσες συμπλήρωσαν πλέον το βιολογικό τους κύκλο και εκείνο που τις απομένει είναι η πλήρης εγκατάλειψη, η καταστροφή, η ταφόπλακα.
Επειδή ανήκω στα άτομα που θλίβονται και αισθάνονται υπόλογοι για την εγατάλειψη - ακόμη και την καταστροφή - παλαιών βρυσών, θέλησα στις σελίδες αυτού του βιβλίου να κάνω γνωστές τόσο τις παλιές όσο και τις καινούργιες βρύσες, με την ωχρή ελπίδα ότι θα ευαισθητοποιήσω τους υπεύθυνους για τη συντήρησή τους και με την ικανοποίηση ότι θα διασώσω τουλάχιστο στο παρόν βιβλίο την υπόστασή τους, έστω και με τη σημερινή αλλοιωμένη, παρακμιακή τους μορφή.
σελ. 206
(Μαζί σου, Δάσκαλε... Ανήκω κι εγώ... με την ωχρή ελπίδα...)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το "κάτι" που μένει...